Στην προσπάθειά του να βοηθήσει γνωστό του αστυνομικό, που έπεσε αιμόφυρτος στον δρόμο, κτυπημένος από πραξικοπηματίες που βρίσκονταν σε τεθωρακισμένα, βρήκε ο ίδιος ακαριαία τον θάνατο. Ο Ευγένιος Σωτηρόπουλος πλήρωσε με τη ζωή του για τον αλτρουισμό του και τα φιλάνθρωπά του αισθήματα.
Ο Ευγένιος Σωτηρόπουλος καταγόταν από την Κερύνεια. Ήταν το πρώτο παιδί του Θεοχάρη και της Χριστίνας Σωτηροπούλου και είχε άλλα τέσσερα αδέλφια. Φοίτησε στη Σεβέρειο Αστική Σχολή και στο Γυμνάσιο Κερύνειας, όπου ακολουθούσε κλασική κατεύθυνση. Αργότερα πήρε πτυχίο Ραδιοηλεκτρολογίας από ιδιωτική Ραδιοτεχνική Σχολή των Αθηνών, ενώ στη συνέχεια μετέβη για περαιτέρω σπουδές στην Αγγλία.
Στα μαθητικά του χρόνια έλαβε μέρος στον απελευθερωτικό αγώνα του 1955-1959. Συνελήφθη και παρέμεινε στα κρατητήρια για την τοποθέτηση βόμβας εναντίον των Άγγλων. Πολέμησε επίσης στη διάρκεια των διακοινοτικών ταραχών κατά της εθνικιστικής τουρκοκυπριακής ηγεσίας το 1963-1964.
Παντρεύτηκε τη Μάρω Μαραθεύτη από το Καϊμακλί στις 12.2.1966 και απέκτησαν δύο παιδιά, την Πάνη (1967) και τον Χάρη (1971). Από το 1967 κατοικούσε στη Λευκωσία και διατηρούσε εργαστήριο ραδιοηλεκτρολόγου. Ήταν εργατικός, νομοταγής, δημοκράτης και αγαπούσε πολύ την πατρίδα του. Αυτό επιβεβαιώνει και η συνεχής προσφορά του, όταν παρουσιαζόταν ανάγκη. Διακρινόταν για την τιμιότητα, την καλοσύνη, την αγαθοεργία και γενικά για την ανθρωπιά του. Οι κάτοικοι Καϊμακλιού θυμούνται και μιλούν ακόμα με πολλή αγάπη για τον Ευγένιο, ο οποίος πρόθυμα τους εξυπηρετούσε, συνήθως αμισθί. Χαρακτηριστικό είναι δε ότι μετά τον θάνατό του κανένας δεν μπορούσε να ασχοληθεί για να εντοπίσει τους χρεώστες του. Ο Ευγένιος Σωτηρόπουλος είχε ένα δικό του τρόπο να δρα και να εξυπηρετεί αυτόν που τον χρειαζόταν, χωρίς κομπασμούς, μεγάλα λόγια και χωρίς ιδιοτέλεια.
Ως μαθητής έπαιρνε μέρος στις θεατρικές παραστάσεις, ήταν αθλητής και μέλος της καλαθόσφαιρικής και ποδοσφαιρικής ομάδας του σχολείου του. Ήταν ακόμη βασικός ποδοσφαιριστής της ΠΑΕΚ Κερύνειας, ενώ όνειρό του ήταν να γίνει πιλότος. Μεγάλη του αγάπη ήταν το κολύμπι και καθημερινά μετέβαινε τα καλοκαίρια με την οικογένειά του στην Κερύνεια για θαλασσινά μπάνια.
Ο Ευγένιος ήταν γνωστός για τα φιλομακαριακά του φρονήματα. Παλιός αγωνιστής της ΕΟΚΑ, δεν δίστασε ποτέ να πάρει μέρος σε οποιαδήποτε μορφή αντίστασης εναντίον της καταπίεσης, της αδικίας και του φασισμού. Όταν εκδηλώθηκε το πραξικόπημα στις 15.7.1974, περνούσε τυχαία, από τον δρόμο Δημοσθένη Σεβέρη προς το Προεδρικό Μέγαρο, αλλά ο θάνατός του δεν ήταν τυχαίος… Τη στιγμή εκείνη έφευγε η αστυνομική φρουρά και κατευθυνόταν προς τη Γρίβα Διγενή. Κάποια στιγμή ο Ευγένιος, ο οποίος σταμάτησε το αυτοκίνητό του και κατέβηκε να δει τι συνέβαινε, αντιλήφθηκε έναν αστυνομικό γνωστό του, τον Πανίκο Κωνσταντινίδη, τον οποίο γνώριζε από το Καϊμακλί, να τρέχει. Μπροστά στα μάτια του Ευγένιου, από τα τεθωρακισμένα πυροβόλησαν τον αστυνομικό της Προεδρικής Φρουράς. Τότε ο Ευγένιος έτρεξε να τον βοηθήσει και να τον μεταφέρει με το αυτοκίνητό του στο Νοσοκομείο. Αυτό του είπε, μόλις τον πλησίασε. Δεν πρόλαβε όμως… Οι πραξικοπηματίες στα τεθωρακισμένα άρχισαν να τον πυροβολούν και τον ίδιο. Ο Ευγένιος έπεσε αιμόφυρτος στο δρόμο, δίπλα από τον τραυματισμένο αστυνομικό.
Η οικογένειά του αγνοούσε πλήρως το περιστατικό αυτό και την τύχη του Ευγένιου. Η τελευταία φορά που τον είδαν ήταν όταν αναχώρησε από το σπίτι του το πρωί για να πάρει το αυτοκίνητό του για επισκευή. Πέντε μέρες πέρασαν χωρίς κανένα νέο για τη ζωή του. Η οικογένειά του έψαχνε στις Κεντρικές Φυλακές, όπου είχαν κλείσει πολλούς οπαδούς του Μακαρίου, αλλά δυστυχώς δεν τον έβρισκαν. Μετά από πολλές προσπάθειες και επισκέψεις στο Νοσοκομείο, τους έδωσαν μιαν αρραβώνα που είχαν βρει στο χέρι ενός από τους θανάσιμα τραυματισμένους, οι οποίοι είχαν μεταφερθεί στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας. Όταν αναγνωρίστηκε η αρραβώνα δόθηκαν σε ένα φάκελο στην οικογένειά του, ένα δαχτυλίδι του, το ρολόι του και αρκετά λαχεία. Σιγά – σιγά οι πληροφορίες τούς οδήγησαν στον Πανίκο Κωνσταντινίδη, ο οποίος τους διηγήθηκε τα γεγονότα. Ο θάνατός του ήταν ακαριαίος. Το ρολόι του σταμάτησε στις 8.14’. Αναγνώριση του ίδιου του πτώματος δεν έγινε ποτέ. Αλλά τάφος του θεωρείται ο ομαδικός τάφος στο Κοιμητήριο των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Το πιστοποιητικό θανάτου έγραφε ότι πέθανε από ακατάσχετη αιμορραγία.
Ο Ευγένιος Σωτηρόπουλος, σύμβολο αλτρουισμού και αυτοθυσίας, ήταν από εκείνους τους λίγους ανθρώπους που ξέρουν να αγωνίζονται, ξέρουν να προσφέρουν και ξέρουν να πεθαίνουν με αξιοπρέπεια και περηφάνια, χωρίς να δειλιάζουν μπροστά σε οποιαδήποτε μορφή φασισμού.