ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ
ΑΝ. ΛΟΧΙΑΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

«Στο Θεό τζιαί στα σιέρκα σου, έχω δκιό μωρά»…..πρόλαβε να πεί ο Χριστόδουλος Συμεωνίδης πριν ο δολοφόνος του πατήσει τη σκανδάλη.  Ο αστυνομικός Χριστόδουλος  Συμεωνίδης δολοφονήθηκε γιατί αντιστάθηκε στο πραξικόπημα.

Ήταν νυμφευμένος με την Ελένη και είχε δύο παιδιά, τη Φανουρία (1966) και τον Μαρίνο (1970). Καταγόταν από την Πεντάγια. Ήταν απόφοιτος της Εμπορικής Ακαδημίας Λεμεσού. Εντάχθηκε στο αστυνομικό σώμα το1963 και  κατά την περίοδο 1968-1970 υπηρέτησε στον Αστυνομικό Σταθμό Πάχνας.  Όταν δημιουργήθηκε ο Ουλαμός Προλήψεως Εγκλημάτων, ο Χριστόδουλος μετατέθηκε εκεί, ενώ το 1973 προήχθη σε αναπληρωτή λοχία.

Η σύζυγός του Ελένη δεν ζει  πια. Τον ακολούθησε εξαιτίας ανακοπής της καρδιάς, αρκετά χρόνια αργότερα. Τα παιδιά του ορφάνεψαν πολύ μικρά μετά τη δολοφονία του πατέρα. Αδρές οι εικόνες από τον αδικοχαμένο πατέρα που δεν πρόλαβαν να γνωρίσουν. Ο Μαρίνος θυμάται σαν όνειρο τον πατέρα να περπατά στον δρόμο, φορώντας τη χλαίνη του. Επίσης, θυμάται ότι το αυτοκίνητο του πατέρα του υπέστη ζημιές μετά από τοποθέτηση βόμβας της ΕΟΚΑ Β΄ στον Κεντρικό  Αστυνομικό Σταθμό Λεμεσού. Αφού καταφερε να το οδηγήσει στο σπίτι ο Χριστόδουλος προειδοποίησε τον Μαρίνο που ήθελε να πάει βόλτα με το αυτοκίνητο, να προσέχει γιατί υπήρχαν σπασμένα γυαλιά.

Ο Χριστόδουλος Συμεωνίδης ήταν γνωστός για τα δημοκρατικά του φρονήματα και την αντίθεσή του στην ΕΟΚΑ Β΄. Όπως ανέφερε ο γιος του, Μαρίνος, από πληροφορίες της μητέρας του, στις 15 Ιουλίου 1974, ενώ οι γονείς του έπιναν τον πρωινό τους καφέ, άνοιξαν το ραδιόφωνο και άκουσαν εθνικά εμβατήρια.

Τότε ο Χριστόδουλος σηκώθηκε, λέγοντας ότι πάει μέσα να ξυριστεί και όταν κάποια γειτόνισσα έτρεξε να πληροφορήσει την οικογένεια για το πραξικόπημα, τότε συνειδητοποίησαν ότι ο Χριστόδουλος Συμεωνίδης είχε πάρει το όπλο του και έφυγε για να υπερασπίσει την πατρίδα του. Μαζί με άλλους δημοκρατικούς αστυνομικούς, όπως ο Ηλίας Κυριακίδης, Γεώργιος Χρυσάνθου, Ηλίας Ζαβρός, προσπάθησαν να υπερασπίσουν τον Κεντρικό Αστυνομικό Σταθμό της Λεμεσού και συνάμα ολόκληρο τον δημοκρατικό κυπριακό λαό.

Ο συνάδελφος και συναγωνιστής του Χριστόδουλου Συμεωνίδη, Δημήτρης Στυλιανού, βρέθηκε να αντιστέκεται στον Κεντρικό Αστυνομικό Σταθμό. Όπως εξιστορεί, οι αστυνομικοί προσπάθησαν να αφοπλίσουν ελλαδίτες αξιωματικούς που βρίσκονταν απέναντι από την Αστυνομία, στην Ανωτέρα Διοίκηση. Ένας ελλαδίτης αξιωματικός τραυματίστηκε και ο Χριστόδουλος τον μετέφερε στο Νοσοκομείο. Στο μεταξύ, ο Προέδρος Μακάριος πριν απευθύνει το διάγγελμά του προς τον κυπριακό λαό μέσω του ραδιοφωνικού σταθμού στην Πάφο, τηλεφώνησε στον ΟΠΕ Λεμεσού και κάλεσε την Αστυνομία σε αντίσταση κατά του προδοτικού πραξικοπήματος. Μέχρι το απόγευμα έφτασαν στη Λεμεσό αντιστασιακοί από την Πάφο, για να ενισχύσουν της δημοκρατικές δυνάμεις της Λεμεσού.

Το βράδυ έλαβαν πληροφορίες ότι ο Αστυνομικός Σταθμός του Άη-Γιάννη δεχόταν επίθεση από πραξικοπηματίες. Ο Χριστόδουλος Συμεωνίδης και ο Δημήτρης Στυλιανού μαζί με άλλους πολίτες και αστυνομικούς από την Πάφο, καθώς και αστυνομικούς του ΟΠΕ, κατευθύνθηκαν προς τον Αη-Γιάννη, με απώτερο σκοπό να προστατεύσουν την Αστυνομία. Η κατάσταση που συνάντησαν, φτάνοντας στον Αη-Γιάννη, ήταν χαώδης. Ανταλλαγές πυρών, μάχες σώμα με σώμα συνεχίστηκαν όλο το βράδυ. Ο Δημήτρης Στυλιανού βρισκόταν μαζί με τους Νίκο Στέλικο και Ηλία Ζαβρό  και αντιστέκονταν από το Δημοτικό Σχολείο του Αη-Γιάννη.

Τον Χριστόδουλο Συμεωνίδη τον συνάντησε ο Δημήτρης Στυλιανού το πρωί της Τρίτης, 16 1ουλίου, μετά την ανάληψη της Αστυνομίας του Αγίου Ιωάννη.  Εξερχόμενος από τον Αστυνομικό Σταθμό, ο Δημήτρης Στυλιανού πληροφορήθηκε ότι έρχονταν πραξικοπηματίες. Αφού έριξε μερικές ριπές οι οποίες του ανταποδόθηκαν, συνάντησε τον Χριστόδουλο. Τότε αποφάσισαν να χωρίσουν για να προβούν σε αναγνώριση της περιοχής. «Να πάω εγώ αριστερά και εσύ δεξιά, για να δούμε τι γίνεται» είπε ο Χριστόδουλος.  Όταν επέστρεψε ανέφερε στον Δημήτρη ότι συνάντησε μια γυναίκα, η οποία του είπε να προσέξει γιατί έρχονται μακαριακοί. Η ανακούφιση και των δυο αστυνομικών ήταν μεγάλη, αφού έφταναν αντιστασιακές ενισχύσεις.

Άυπνοι και κουρασμένοι, σταμάτησαν σε ένα σπίτι, όπου τους προσέφεραν λεμονάδα και συνέχισαν, για να συναντήσουν άλλους συναγωνιστές. Στην πορεία συνάντησαν αντιστασιακούς από την Πάφο. Σε μια στιγμή ο Δημήτρης Στυλιανού διέκρινε ένα στρατιωτικό κράνος και πυροβόλησε στον αέρα.  Τότε αντελήφθησαν ότι ήταν παγίδα, καθώς άρχισαν να δέχονται πυροβολισμούς από άλλη κατεύθυνση. Μετά από μικρή μάχη, ο Δημήτρης Στυλιανού προσπάθησε να εισέλθει σε παρακείμενο ημιτελές σπίτι όπου και ανεκόπη από άνδρες της ΕΟΚΑ Β΄. Η επιμονή του ότι ήταν και ο ίδιος μέλος της ΕΟΚΑ Β΄ μπέρδεψε για λίγο τους δολοφόνους.

Στη συνέχεια οι πραξικοπηματίες συνέλαβαν και τους υπόλοιπους αντιστασιακούς, ανάμεσα τους και ο Χριστόδουλος Συμεωνίδης.  Στο αντίκρισμα του αστυνομικού Συμεωνίδη ένας πραξικοπηματίας έστρεψε το όπλο και είπε: «Ρε Ττοουλούδι, είσαι εσύ που θα κλώσεις το λαιμούδιν μου!». «Στον Θεό τζιαι στα σιέρκα σου, έχω δκιό μωρά…»  πρόλαβε να πει ο Χριστόδουλος, πριν ο δολοφόνος πατήσει τη σκανδάλη. Κάποιος άλλος πραξικοπηματίας φώναξε να τον πάρουν στο Νοσοκομείο και τότε ο αδίστακτος δολοφόνος τον προέτρεψε να ξαναπυροβολήσουν τον Χριστόδουλο διαφορετικά θα πυροβολούσε και τον ίδιο.

Ο Δημήτρης Στυλιανού σώθηκε, αφού μερικές γυναίκες έφτασαν στη σκηνή του φόνου, φωνάζοντας τους πραξικοπηματίες «προδότες» και αγκαλιάζοντας τους αντιστασιακούς. Το όπλο ενός πραξικοπηματία εκπυρσοκρότησε τραυματίζοντας τον Δημήτρη στο πόδι. Έτσι, ο τελευταίος κατέληξε στο Νοσοκομείο τραυματισμένος, ενώ ο συνάδελφος και συναγωνιστής του Χριστόδουλος Συμεωνίδης δολοφονήθηκε.

Ο Χριστόδουλος Συμεωνίδης ήταν, με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία, ο τελευταίος νεκρός αστυνομικός που έπεσε μαχόμενος στη Λεμεσό, κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος.

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΚΑΙ ΤΟΠΟΣ ΘΑΝΑΤΟΥ: 16.7.74 ΠΕΡΙΟΧΗ ΛΕΜΕΣΟΥ