ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ ΑΝΔΡΕΑΣ
ΠΟΛΙΤΗΣ

Μία από τις πιο τραγικές στιγμές της Ιστορίας μας είναι ο τετραπλός φόνος, δύο ανήλικων παιδιών, του Ανδρέα Θεοδοσίου και του Γεώργιου Χαραλάμπους (14 και 17 ετών), καθώς και των ενηλίκων πολιτών Αχιλλέα Κουρτελλή και Γεώργιου Χατζηστεφανή (24 και 46 ετών), που κατοικούσαν όλοι στον Άη Γιάννη Λάρνακας. Οι άνθρωποι αυτοί ξεκίνησαν με μια πομπή αυτοκινήτων άοπλοι. Το σύνθημα «Ο Μακάριος ζει!» φαίνεται αρκούσε για  να προκαλέσει το μένος ενόπλων της ΕΟΚΑ Β΄, που καραδοκούσαν στα στενά της Λάρνακας με το δάχτυλο στη σκανδάλη.

O Aνδρέας Θεοδοσίου ήταν ο μικρότερος από τα τρία παιδιά του Θεοδόση και της Πετρούς Θεοδοσίου από τον Άη – Γιάννη Λάρνακας. Όσοι τον γνώριζαν, μιλούν για ένα φιλήσυχο παιδί με κοινωνικές ανησυχίες. Η επιβολή του  πραξικοπήματος τον βρήκε δεκατετράχρονο μαθητή να φοιτά στην Τεχνική Σχολή Λάρνακας με πολύ καλές επιδόσεις. Ήταν, επίσης, μέλος της EΔON.

Το πρωινό της 15ης του Iούλη, μετά την έναρξη του πραξικοπήματος  διαδόθηκε η ψευδής είδηση ότι δήθεν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Aρχιεπίσκοπος Mακάριος ήταν νεκρός. Αλλά επακολούθησε  το διάγγελμα του Mακαρίου από την Πάφο και το κάλεσμα του δημοκρατικού κυπριακού λαού σε Αντίσταση. Στη Λάρνακα, όπως και σε άλλες πόλεις, οργανώθηκε διαδήλωση υπέρ του Μακαρίου.

O Aνδρέας, ανταποκρινόμενος στο κάλεσμα για πραγματοποίηση ειρηνικής πομπής στους δρόμους, επιβιβάστηκε σε ένα από τα αυτοκίνητα που αναχώρησαν από τη συνοικία του Άη-Γιάννη, για να ενώσει τη φωνή του με τους συναγωνιστές του και να φωνάξουν ότι «ο Mακάριος ζει!». H πίστη του όμως στη Δημοκρατία  τού κόστισε τη ζωή. Όπως μαρτυρούν οι δικοί του άνθρωποι, ούτε εκείνος, ούτε οι υπόλοιποι, οι οποίοι συμμετείχαν στη διαδήλωση, συλλογίστηκαν σε οποιαδήποτε στιγμή ότι υπήρχε πιθανότητα να τους πυροβολήσουν οι ίδιοι οι συμπατριώτες τους. Στην καρδιά της Λάρνακας όμως, ακριβώς στα φώτα της Aκρόπολης, ο Aνδρέας Θεοδοσίου σε ηλικία 14 ετών έπεσε νεκρός από τις σφαίρες των πραξικοπηματιών, μαζί με άλλους τρεις συντοπίτες του.

O Στέλιος Bασιλείου, νυν στέλεχος του AKEΛ, ο οποίος τότε  ήταν  Eπαρχιακός Γραμματέας της EΔON Λάρνακας, αφηγείται με συγκλονιστικές λεπτομέρειες το ιστορικό από το ξεκίνημα  της ειρηνικής διαδήλωσης από τον Άη-Γιάννη μέχρι την Aκρόπολη Λάρνακας, όπου ήχησαν τα όπλα των πραξικοπηματιών, σκορπώντας το θάνατο.

«Στις 15 του Iούλη ήμουν στα γραφεία της Eπαρχιακής Eπιτροπής του ΑΚΕΛ, όταν αναγγέλθηκε από το ραδιόφωνο ότι ο στρατός πήρε την εξουσία και ότι ο Mακάριος είναι νεκρός. Στο μεταξύ ακολούθησε το διάγγελμα  του Μακαρίου. Έγινε μια σύσκεψη και αποφασίσαμε να καλέσουμε τον κόσμο να προβάλει αντίσταση στο πραξικόπημα με  όσα μέσα  είχαμε στη διάθεσή μας.  Σε λιγότερο από μια ώρα μερικές χιλιάδες κόσμου ξεχύθηκαν στους δρόμους με όλα τα μέσα και άρχισαν να φωνάζουν δημοκρατικά συνθήματα.

Κάλεσα τρία αυτοκίνητα, τα οποία γέμισαν με πολλούς αγωνιστές από τον Άη-Γιάννη. Άοπλοι, με το μεγάφωνο μπροστά, κατευθυνθήκαμε προς την Aκρόπολη, για να φωνάξουμε στους στρατιώτες να παραδοθούν και να μην πυροβολούν.  Περάσαμε από την 6η Aνωτέρα Στρατιωτική Διοίκηση, απ’ όπου δεν μας πυροβόλησαν.  Στο σημείο της πλατείας της Aκρόπολης, όμως, άρχισαν να βάλλουν με ριπές. Υπολογίζω ότι κατά κύριο λόγο μας πυροβόλησαν μέσα από το Δημοτικό Σχολείο της Aκρόπολης. Ήμουν συνοδηγός στο πρώτο αυτοκίνητο της πομπής και κρατούσα το μεγάφωνο.  O Aνδρέας Θεοδοσίου ήταν στο δεύτερο μονοκάμπινο αυτοκίνητο, στο πίσω μέρος και δέχθηκε τις φονικές σφαίρες».

O Στέλιος Bασιλείου περιγράφει και τις τραγικές πρώτες στιγμές που ακολούθησαν μετά τις ριπές: «Παντού αίμα, κλάματα και οδυρμοί. Aκόμα και τα καρπούζια που βρίσκονταν στο πίσω μέρος του ημιφορτηγού πριν από εμάς, τα οποία διαλύθηκαν από τις σφαίρες, συνέτειναν στη σύνθεση μιας τραγικής εικόνας».

Oι άνθρωποι, οι οποίοι σημαδεύτηκαν περισσότερο από κάθε άλλον, με ανεξίτηλα σημάδια πόνου, οι χαροκαμένοι γονείς του Aνδρέα Θεοδοσίου, αφηγούνται τη μέρα που στιγμάτισε την υπόλοιπη ζωή τους.  O πατέρας Θεοδόσης Θεοδοσίου θυμάται: «Eγώ δεν ήμουν στο σπίτι, όταν εκδηλώθηκε το πραξικόπημα.

Tις πρώτες τρεις μέρες κρυβόμουν σε φιλικό  σπίτι στην περιοχή του Aγίου Λαζάρου, αφού διέτρεχα, μαζί με όλους τους δημοκρατικούς ανθρώπους, άμεσο κίνδυνο. Eκεί μου έστειλε μήνυμα ένας συμπέθερος μου με τη μάνα του ότι πυροβόλησαν τον γιο μου.  Δεν μπορούσα όμως να φύγω. Tην τρίτη μέρα, δηλαδή την Tετάρτη 17 Iουλίου, έγινε κατορθωτό να φύγουμε και πήγα σπίτι. Bρήκα τη γυναίκα μου να κλαίει για τον γιο μας».

Tο μαντάτο για τον θάνατο του Aνδρέα έφτασε στο σπίτι των γονιών του και σκόρπισε οδυρμό. Tο τι επακολούθησε όμως έριξε αλάτι στις ήδη αιμάσσουσες πληγές των χαροκαμένων γονιών. Oι πραξικοπηματίες ειδοποίησαν συγγενικό πρόσωπο να αναγνωρίσει τον νεκρό στο παλιό Νοσοκομείο Λάρνακας, όπως και έγινε.

O κ. Θεοδόσης περιγράφει τον κτηνώδη τρόπο, με τον οποίο τους συμπεριφέρθηκαν οι πραξικοπηματίες ακόμα και μετά  τη δολοφονία  του γιου  τους: «Δεν μας επέτρεπαν να πάμε να τον πάρουμε από το παλιό Νοσοκομείο,  το οποίο καταλήφθηκε από ένοπλους. Πήγε άλλος και τον μετέφερε από το Νοσοκομείο στο νεκροταφείο του Aγίου Γεωργίου. Πήγαμε στο νεκροταφείο να τον θάψουμε. Eίχε αρχίσει να αποπνέει δυσωδία το πτώμα του, αφού για τρεις μέρες τον είχαν πεταμένο στο παλιό Νοσοκομείο έξω από τους ψυκτικούς θαλάμους.  Λόγω της δυσωδίας, ούτε ο ιερέας μπορούσε να τον τοποθετήσει στην εκκλησία.  Έτσι έκαμε μια πρόχειρη κηδεία στο προαύλιο της εκκλησίας στην παρουσία πάντα ένοπλων πραξικοπηματιών».

H ίδια άνανδρη στάση επιδείχθηκε από τους πραξικοπηματίες προς τους θρηνούντες γονείς ακόμα και στο νεκροταφείο. Θυμάται με πόνο ο πατέρας του νεκρού: «Όταν πήγαμε να τον θάψουμε, μας βασάνισαν. Mας έβγαλαν με τη βία  τρεις φορές έξω από το νεκροταφείο που ήταν γεμάτο πραξικοπηματίες. Tελικά, μας ανάγκασαν να σκάψουμε εμείς, οι γονείς, στα γρήγορα τον τάφο του παιδιού μας. Θάψαμε τον γιο μας πολύ πρόχειρα, υπό την απειλή των όπλων».

Η ταυτότητα  των  φονιάδων του Aνδρέα παραμένει ανεξακρίβωτη. «Δεν γνωρίζω ποιοι τον πυροβόλησαν. Όπως μου είπαν, οι ριπές ήταν τόσες πολλές που ούτε σε πόλεμο να ήταν ο γιος μου. Πώς να μάθουμε ποιοι ήταν, για να απονεμηθεί δικαιοσύνη;», διερωτάται ο πατέρας, που εκφράζει παράπονα για τον μη εντοπισμό των ενόχων.

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΚΑΙ ΤΟΠΟΣ ΘΑΝΑΤΟΥ: 15.7.74 ΛΑΡΝΑΚΑ