ΑΡΜΕΥΤΗΣ ΑΝΔΡΕΑΣ
ΓΕΩΠΟΝΟΣ, ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΠΕΚ ΛΕΜΕΣΟΥ

«Το σώμα μου κι αν έφθειρε ο φασισμός κι ο χρόνος, την Ιδέα ποτέ». Κάτω απ΄ αυτό το επιτύμβιο επίγραμμα «αναπαύεται» ο Ανδρέας Αρμεύτης στο κοιμητήριο του Αγίου Νικολάου στη Λεμεσό. Την Ιδέα της Δημοκρατίας και της Δικαιοσύνης τάχθηκε να υπηρετεί αιώνια με τη θυσία του. Η δολοφονία του από την ΕΟΚΑ Β’ στις 16 Ιουνίου 1974, ένα μήνα πριν από το πραξικόπημα, προκάλεσε την έκρηξη της λαϊκής οργής για την τρομοκρατική οργάνωση.

Ο Ανδρέας  Αρμεύτης γεννήθηκε στην Άρμου της Πάφου τις 23 Μαΐου 1947. Ήταν το πέμπτο από τα έξι παιδιά του Ιωάννη και της Ανδρομάχης Ιωάννου, φτωχών αγροτών, που δούλεψαν σκληρά στη ζωή τους.

Έμαθε τα πρώτα γράμματα στο  Δημοτικό Σχολείο του χωριού του. Στη συνέχεια φοίτησε στο Γυμνάσιο Πάφου στα 1959-1964. Κατά τη διάρκεια των διακοινοτικών ταραχών του 1963-1964, ενώ ήταν ακόμη μαθητής, εντάχθηκε ως εθελοντής σε  ένοπλη ομάδα αντίστασης με υπεύθυνο τον Ευστάθιο Χριστοδουλίδη.  Ήταν μάλιστα  ο μικρότερος σε ηλικία από τους εθελοντές.

Το 1964  η οικογένειά του μετακόμισε στη Λεμεσό. Έτσι ο Ανδρέας αποφοίτησε από το Β΄ Γυμνάσιο Αρρένων Λεμεσού το 1965. Την ίδια χρονιά κατατάγηκε στην Εθνική Φρουρά και υπηρέτησε ολόκληρη τη στρατιωτική του  θητεία  στην Καρπασία. Το 1966-1967 άρχισε τις σπουδές του  στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, στη Γεωπονική Σχολή. Αποφοίτησε το 1971 με βαθμολογία “λίαν καλώς”.  Είχε ήδη παντρευτεί τη Χριστίνα Πατσαλίδου, σπουδάστρια της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης. Απέκτησαν δύο παιδιά, τον Γιάννη (1971) και τη Μαρίνα (1974).

Το 1967, όταν η Χούντα κατέλαβε την εξουσία στην Ελλάδα, ο Ανδρέας ήταν πρωτοετής φοιτητής της Γεωπονικής Σχολής. Πιστός στις δημοκρατικές του πεποιθήσεις, ο Ανδρέας αντιτάχθηκε μαζί με άλλους συμφοιτητές του στην επιβολή διορισμένου από τη Χούντα Συμβουλίου Κυπρίων Φοιτητών Θεσσαλονίκης, χωρίς τη διεξαγωγή εκλογών. Δημοκρατικοί φοιτητές προχώρησαν στην οργάνωση και σύσταση Φοιτητικής Κίνησης  με την επωνυμία «Αναγέννηση», διεκδικώντας δημοκρατικές διαδικασίες και εκλογές για ανάδειξη του Συμβουλίου των Κυπρίων Φοιτητών. Από τα πρακτικά της Κίνησης φαίνεται πως το όνομα  «Αναγέννηση» είχε προταθεί από τον Α. Αρμεύτη, ο οποίος, λόγω της δράσης του στο Φοιτητικό Κίνημα, παρακολουθούνταν στενά από το χουντικό Σώμα Ασφάλειας Θεσσαλονίκης.

Ο Ανδρέας Αρμεύτης ήταν ένα ανήσυχο πνεύμα και μια δυναμική προσωπικότητα. Με βαθιά αίσθηση δικαιοσύνης, με ζήλο και ενθουσιασμό πίστευε και αγωνιζόταν για το κοινό συμφέρον. Έθεσε τον εαυτό του στην υπηρεσία των αγροτών και έκανε στόχο της ζωής του την ευημερία αυτής της μεγάλης μερίδας λαού, «τη ραχοκοκαλιά της κυπριακής οικονομίας»,  όπως αποκαλούσε ο ίδιος τους αγρότες.  Όταν επέστρεψε στην Κύπρο,  δραστηριοποιήθηκε ανάμεσα στους νέους επιστήμονες και στην Παναγροτική Ένωση Κύπρου (ΠΕΚ), της οποίας αναδείχθηκε Επαρχιακός Γραμματέας Λεμεσού. Με αυτή την ιδιότητα συνέχισε να μετέχει στη δημόσια ζωή, προασπιζόμενος τη Δημοκρατία, αρθρογραφώντας και εκφωνώντας ομιλίες,  με τις οποίες έψεγε την ανατρεπτική δραστηριότητα της ΕΟΚΑ Β΄.

Ο Α. Αρμεύτης δολοφονήθηκε  ένα μήνα πριν από την εκδήλωση του  πραξικοπήματος, στις 16 Ιουνίου 1974, στη Λεμεσό στην οδό Φραγκλίνου Ρούσβελτ στην περιοχή Ζακακίου, από την παράνομη και εγκληματική οργάνωση ΕΟΚΑ Β΄. Δύο βδομάδες μετά τη δολοφονία του, ο Αρχιεπίσκοπος και Πρόεδρος της Κύπρου Μακάριος, απέστειλε τη γνωστή επιστολή προς τον εγκάθετο Πρόεδρο της Χούντας, στρατηγό Φαίδωνα Γκιζίκη (2.7.1974), με την οποία προχωρούσε σε ευθαρσή καταγγελία των εγκληματικών δραστηριοτήτων της Χούντας και της  ΕΟΚΑ Β’.

Ξημερώματα της 16ης Ιουνίου, γύρω στις 1.30 π.μ, ο Ανδρέας Αρμεύτης ετοιμαζόταν να φύγει από το εστιατόριο «Νεράιδα», στο οποίο  βρισκόταν με τους φίλους του Ανδρέα Κόκκινο, ανθυπαστυνόμο, Κωστάκη Αντωνίου Κουλλάσπη, ιδιωτικό υπάλληλο, Αρέστη Χαραλάμπους, λοχία, Ηλία Κυριακίδη, αναπληρωτή υπαστυνόμο, Άντη Λεοντιάδη, επιχειρηματία  και Ανδρέα Παχνιώτη, ιδιωτικό υπάλληλο. Ο Α. Αρμεύτης, μαζί με τους Α. Κόκκινο και Κ. Αντωνίου, μόλις μπήκαν στο  αυτοκίνητο με νούμερα FF306, δέχτηκαν καταιγισμό πυρών από οπλοφόρους, που ήταν κρυμμένοι πίσω από παρακείμενη ανεγειρόμενη οικοδομή. Οι έρευνες που ακολούθησαν απέδειξαν ότι οι τρεις άνδρες δέχτηκαν 96 σφαίρες, οι οποίες προήλθαν από πέντε διαφορετικά όπλα. Στο άκουσμα των πυροβολισμών, τα  υπόλοιπα τέσσερα άτομα  που επέβαιναν άλλου αυτοκινήτου και είχαν ήδη ξεκινήσει για τη Λεμεσό, γύρισαν πίσω. Εκεί αντίκρισαν τους φίλους τους μέσα σε λίμνες αίματος. Ο θάνατος του Ανδρέα ήταν σχεδόν ακαριαίος, αφού οι σφαίρες τον έπληξαν στο κεφάλι. Σοβαρά τραυματίστηκε ο Ανδρέας Κόκκινος και πιο ελαφρά ο Κωστάκης Αντωνίου, ο οποίος καθόταν στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου.

Μετά από απαίτηση σωματείων, οργανώσεων και κομμάτων ακολούθησαν συλλαλητήρια οργής του λαού σε όλες τις πόλεις. Στο συλλαλητήριο που πραγματοποιήθηκε στη Λευκωσία μίλησε ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, παρόλο που κάτι τέτοιο δεν ήταν προγραμματισμένο.

Ο λαός αγανακτισμένος φώναζε συνθήματα κατά των δολοφόνων της Κύπρου και σε κάθε πρόταση του Μακαρίου ο λαός απαντούσε, με αποτέλεσμα να δοθεί διαλογική μορφή στο συλλαλητήριο, το οποίο μετατράπηκε σε δημόσια καταδίκη της ΕΟΚΑ Β΄ και των εγκλημάτων της.

Η κηδεία του Ανδρέα Αρμεύτη είχε παλλαϊκό χαρακτήρα, εξαιτίας του πλήθους που συνέρρευσε.  Τον επικήδειο λόγο εκφώνησε ο Ηρακλής Χ’’Ηρακλέους, Γενικός Γραμματέας της ΠΕΚ. Η σορός του Ανδρέα βρίσκεται  θαμμένη στο Κοιμητήριο Αγίου Νικολάου στη Λεμεσό. Στην ταφόπετρα του αναγράφεται το επιτύμβιο επίγραμμα που συνέθεσε η σύζυγός του, Χριστίνα: «Το σώμα μου κι αν έφθειρε ο φασισμός κι ο χρόνος, την Ιδέα ποτέ».

Μετά τη δολοφονία του Α. Αρμεύτη, 23 πρόσωπα συνελήφθησαν για διευκόλυνση των αστυνομικών ανακρίσεων. Οι συλληφθέντες ήταν οι εξής:

Γιαννάκης Λεωνίδα, από το Ζακάκι·

Ευάγγελος Αρίστου, από το Ζακάκι·

Σταύρος Στ. Μαρκουλλή, από το Ζακάκι·

Κωστάκης Γ. Σιήττας, από το Ζακάκι·

Κωστάκης Γιωργαλλάς, από το Ζακάκι·

Πανίκος Στ. Καμηλάρης, από το Ζακάκι·

Θεόδωρος Σουρμελής, από το Ζακάκι·

Αντωνάκης Ιωάννου Ιάπωνας, από το Ζακάκι·

Μιχαλάκης Μουστάκας, από τη Λεμεσό·

Κωστάκης Αρμεύτης, από τη Λεμεσό·

Μιχαλάκης Λίλλητος, από τη Λεμεσό·

Λάκης Ε. Χοίρος, από τη Λεμεσό·

Αντώνης Λ. Κυριακίδης, από τη Λεμεσό·

Άδωνις Λ. Νικολεττίδης (πρώην λοχαγός), από τη Λεμεσό·

Νεόφυτος Π. Νεοφύτου, από τη Λεμεσό·

Ανδρέας Ι. Κόκκινος, από τη Λεμεσό·

Λάζαρος Λιασίδης (πρώην αστυφύλακας), από τη Λεμεσό·

Χαράλαμπος Σολωμού Ανωγυρκάτης, από τη Λεμεσό·

Νίκος Θεοφίλου, από τη Λεμεσό·

Νίκος Ζαντής, από τη Λεμεσό·

Κωστάκης Χρ. Καλογερόπουλος, από την Αρμίνου.

 

Στη θανατική ανάκριση, που ολοκληρώθηκε στις 27.9.1975, δηλώθηκε ότι από τις 15.7.1974, δηλαδή από την ημέρα του πραξικοπήματος, δεν έγινε καμία περαιτέρω ενέργεια ή έρευνα από την Αστυνομία, ο δε σχετικός φάκελος χάθηκε κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος και η δίκη για τη δολοφονία του Α. Αρμεύτη δεν έγινε ποτέ.

Ο Ανδρέας Αρμεύτης ήταν μόλις 27 ετών. Έγκλημά του, η πίστη στη Δημοκρατία. Όπλο του, ο λόγος και  η ηθική ελευθερία. Σύμφωνα με πληροφορίες της συζύγου του, ο Ανδρέας είχε επανειλημμένα δεχτεί απειλές κατά της ζωής του από στελέχη της ΕΟΚΑ Β΄.  Το σπίτι τους παρακολουθούνταν στενά από την παράνομη οργάνωση, ακόμα και μετά τον θάνατό του.

 

«Δεν έχω κατάρες να βάλω

Ούτε δάκρυ πια

Ούτε προσευχή.

Γιατί τώρα ξέρω

Πως δεν υπάρχει θάνατος» (Μ.Α.)

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΚΑΙ ΤΟΠΟΣ ΘΑΝΑΤΟΥ: ΖΑΚΑΚΙ ΛΕΜΕΣΟΥ, 16-6-1974