ΣΟΛΩΜΟΥ ΝΙΚΟΣ
ΕΙΔΙΚΟΣ ΑΣΤΥΦΥΛΑΚΑΣ

Επιδεικνύοντας αυτοθυσία και γενναιότητα, ο Νίκος Σολωμού βρέθηκε στις επάλξεις για να βοηθήσει στη διάσωση του Προέδρου Μακαρίου. Κι όταν αυτό έγινε κατορθωτό, προσέτρεξε να συνενωθεί με τις δυνάμεις που πολεμούσαν ακόμη εναντίον των πραξικοπηματιών. Όμως, μαζί με τρεις άλλους συναγωνιστές του, τον Ανδρέα Κέστα, τον Χαράλαμπο Κυρίλλου, καθώς και τον εθνοφρουρό, Φίλιππο Κρητιώτη, έπεσαν θύματα βάναυσης κακοποίησης και εκτέλεσης από τους εοκαβητατζήδες.

Ο Νίκος Σολωμού ήταν το τέταρτο παιδί της εξαμελούς οικογένειας του Χρίστου και της Περσεφόνης Σολωμού από τον Παχύαμμο. Οι γονείς του ήταν φτωχοί βιοπαλαιστές με τον πατέρα Χρίστο να εργάζεται στα μεταλλεία της Λίμνης στην περιοχή της Πόλης Χρυσοχούς και αργότερα ως φθαρτοπώλης. Η μητέρα ήταν οικοκυρά και ασχολούνταν με το μεγάλωμα των έξι παιδιών της.

Ο Νίκος Σολωμού γεννήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 1953 και αποφοίτησε από την Τεχνική Σχολή Πόλης Χρυσοχούς, στον κλάδο των Ξενοδοχειακών, το 1972. Σύμφωνα με όσα κατέθεσε η αδελφή του Μαρία Κωνσταντίνου, ο Νίκος είχε πάρα πολλά χαρίσματα. Ήταν λάτρης της μουσικής γι’  αυτό και από μικρός έμαθε να παίζει διάφορα όργανα, όπως μπουζούκι και ακορντεόν.

Το ακαδημαϊκό έτος 1972-1973 μετέβη στην πρωτεύουσα, όπου συνέχισε τις σπουδές του στην Ξενοδοχειακή Σχολή Λευκωσίας. Περάτωσε τις σπουδές του το 1973 και στη συνέχεια γράφτηκε στην Αστυνομική Δύναμη Κύπρου. Μετά από λίγους μήνες αρραβωνιάστηκε στο Παλιομέτοχο.

Ο Νίκος Σολωμού υπηρετούσε στο Εφεδρικό Σώμα, όταν η ΕΟΚΑ Β’ οργάνωσε το πραξικόπημα. Βρισκόταν στο Τρόοδος, όπου φύλαγε την εξοχική κατοικία του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄ μαζί  με άλλα μέλη του Εφεδρικού. Το πρωί της 15ης Ιουλίου συνέβαλε στη διαφυγή του Μακαρίου από το φλεγόμενο Προεδρικό Μέγαρο. Στη συνέχεια συνόδευσε τον Μακάριο με υπηρεσιακό λαντρόβερ μέχρι τη Μητρόπολη Πάφου και από εκεί μέχρι το Δασούδι, από όπου ο Μακάριος αναχώρησε με ελικόπτερο για τις Βρετανικές Βάσεις, για να αναχωρήσει με αεροπλάνο για τη Μάλτα. Αφού κρίθηκε ότι ο Μακάριος θα ήταν ασφαλής, ο Ν. Σολωμού μετέβη μαζί με άλλους στη Λεμεσό, όπου έλαβαν μέρος στις μάχες του Δημόσιου Κήπου.

Αφού έλαβαν το μήνυμα ότι άλλες εστίες αντίστασης (ο Κεντρικός Αστυνομικός Σταθμός, η Μητρόπολη κ.ά. άρχισαν να εξασθενούν) οι αντιστασιακοί αποφάσισαν να διαφύγουν. Ο Ν. Σολωμού, μαζί με τον Χ. Κυρίλλου, καθώς και  τον Κέστα, τον οποίο συνάντησαν αργότερα, έφτασαν πεζή στο Ακρωτήρι. Όμως μέλη της ΕΟΚΑ Β’ από την περιοχή τους συνέλαβαν και, μετά από απάνθρωπα βασανιστήρια, τους εκτέλεσαν. Σύμφωνα με μαρτυρία μιας νοσοκόμας, πρώην συμμαθήτριας του αγωνιστή της αντίστασης, η οποία είδε τα νεκρά παλικάρια στο Νοσοκομείο Λεμεσού, οι δολοφόνοι αφαίρεσαν τα δόντια των τεσσάρων νεκρών.  Ο ήρωας βρίσκεται σήμερα θαμμένος στο νεκροταφείο του Αγίου Νικολάου στη Λεμεσό. Οι  γέροντες γονείς του εγκατέλειψαν τα εγκόσμια, η μεν μητέρα στις 21 Μαρτίου 2001, ο δε πατέρας στις 30 Απριλίου 2002, χωρίς να έχουν πραγματοποιήσει την επιθυμία τους, να  μεταφέρουν και να θάψουν το παιδί τους στο χωριό τους. Η  μητέρα του Νίκου Σολωμού, σύμφωνα με όσα κατέθεσε η κόρη της, Μαρία, πέθανε χωρίς να έχει συγχωρέσει τους δολοφόνους του γιου της. Έβλεπε συνεχώς μπροστά της ότι δολοφόνησαν τον γιο της και κοιμόταν με τη φωτογραφία του αγκαλιά.

Ο πατέρας του είχε τον επώδυνο ρόλο να μεταβεί στη Λεμεσό και να ενημερωθεί  από την Αστυνομία Λεμεσού για το τραγικό τέλος του παιδιού του. Λέει ο ίδιος σε συνέντευξή του σε εφημερίδες της εποχής: «Εγύριζα δυο μήνες να μάθω για το παιδί μου και τελικά ανακάλυψα τον τάφο του στο κοιμητήριο Αγίου Νικολάου Λεμεσού.  Στο διάστημα των δύο μηνών εγύρισα την Κύπρο επτά φορές και έκοψα 6000 μίλια για να μάθω πώς σκοτώθηκε το παιδί μου από τους δολοφόνους, τους πραξικοπηματίες, τους καταστροφείς της Κύπρου. Στον Κεντρικό Αστυνομικό Σταθμό Λεμεσού μού έδειξαν πολλές φωτογραφίες νεκρών. Σε μια απ’ αυτές είδα τον γιο μου χωρίς τα δόντια του, το πρόσωπο του ήταν γαζωμένο από σφαίρες, εφαίνετο καθαρά ότι υποβλήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια προτού τον εκτελέσουν».

Η Πολιτεία, που τόσα χρόνια ήταν απούσα από το δράμα των οικογενειών που υπέφεραν από τον χαμό των στενών τους προσώπων, τελικά τίμησε τους πεσόντες αντιστασιακούς μετά από 30 χρόνια. Η πράξη αυτή απέδειξε στους συγγενείς των ηρώων ότι η θυσία τους δεν ξεχάστηκε. Η Μαρία καταλήγει με μια απλή, αλλά μεστή κουβέντα, βγαλμένη μέσα από την ψυχή της: «Να μην είμαστε εμείς οι προδότες στο τέλος και εκείνοι οι πατριώτες…».

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΚΑΙ ΤΟΠΟΣ ΘΑΝΑΤΟΥ: 17.7.74 ΑΚΡΩΤΗΡΙ